Skip to content
Λιγότερο από 1 λεπτό Διάρκεια άρθρου: Λεπτά

Η ιστορία της Επισκοπής Κωνσταντίας και Αμμοχώστου και η σχέση της με τον Αγ. Επιφάνιο

Η Σαλαμίνα της Κύπρου καθιερώθηκε ως μητροπολιτικό κέντρο και συνδέεται με τον Αγιο, που διετέλεσε Αρχιεπίσκοπός της (368-403 μ.Χ.).

Ανυποχώρητος ζηλωτής των ορθόδοξων δογμάτων, ισοστάσιος του Μ. Αθανασίου και Καππαδοκών Πατέρων

Από τον ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΝΝΗ

Η ελληνικότητα της Κύπρου έχει τις ρίζες της ήδη στον 12ο π.Χ. αιώνα. Αυτό τεκμηριώνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα που δείχνουν την παρουσία Αχαιών κατοίκων στο νησί κατά την ύστερη εποχή του χαλκού, στην περιοχή της Σαλαμίνας, στην ανατολική ακτή της Κύπρου, στις εκβολές του ποταμού Πεδιαίου, 6 χιλιόμετρα βόρεια της Αμμοχώστου. Το όνομά της το έλαβε από τη Σαλαμίνα της Αττικής. Ως ιδρυτής της φέρεται ο Τεύκρος, γιος του Τελαμώνα και αδελφός του Αίαντα.

Ο ιδρυτής έδωσε στην πόλη το όνομα της γενέτειράς του: Σαλαμίς. Ομως, η ιστορία της είναι ίσως ακόμη παλαιότερη, αφού φαίνεται ότι διαδέχθηκε την αρχαιότερή της πόλη της Εγκωμης και συνέχισε να υπάρχει και να ανθεί στα μεταγενέστερα χρόνια, με το όνομα Κωνστάντια. Και όταν η Κωνστάντια καταστράφηκε από τις αραβικές επιδρομές του 7ου αιώνα μ.Χ., τη διαδέχτηκε η γειτονική Αμμόχωστος. Και η πορεία αυτή συνεχίστηκε, με τους κατακτητές να διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Και ο Ελληνισμός της Αμμόχωστου επέζησε, μέχρι την εισβολή του 1974 και την (άχρι καιρού) τουρκική κατοχή.

Η Μητρόπολη Σαλαμίνος, Κωνσταντίας και Αμμοχώστου είναι η κοιτίδα του χριστιανισμού στην Κύπρο. Στο βιβλίο των Πράξεων αναφέρεται ότι οι χριστιανοί που διασκορπίστηκαν από τα Ιεροσόλυμα μετά τον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρος Αγίου Στεφάνου και τον διωγμό που τον ακολούθησε έφτασαν ως τη Φοινίκη, την Αντιόχεια και την Κύπρο, κηρύσσοντας αρχικά στους Ιουδαίους, πολλοί εκ των οποίων κατοικούσαν και είχαν συναγωγές στη Σαλαμίνα της Κύπρου. Πολλοί εκ των Ιουδαίων πίστεψαν στον Χριστό.

Ο ευαγγελισμός των Κυπρίων θα κορυφωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, αρχίζοντας πάλι από τη Σαλαμίνα, στο πλαίσιο της πρώτης περιοδείας του Αποστόλου Παύλου, στην οποία είχε συνέκδημο και συνεργάτη τον Κύριο Αγιο Απόστολο Βαρνάβα, όπως περιγράφεται στο Βιβλίο των Πράξεων:
«Λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· Ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς. τότε νηστεύσαντες καὶ προσευξάμενοι καὶ ἐπιθέντες αὐτοῖς τὰς χεῖρας ἀπέλυσαν. Οὗτοι μὲν οὖν ἐκπεμφθέντες ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου κατῆλθον εἰς τὴν Σελεύκειαν, ἐκεῖθεν τε ἀπέπλευσαν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ γενόμενοι ἐν Σαλαμῖνι κατήγγελλον τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἐν ταῖς συναγωγαῖς τῶν Ἰουδαίων· …διελθόντες τὴν νῆσον ἄχρι Πάφου».

Η περιοδεία εκείνη πραγματοποιήθηκε περίπου το 45 μ.Χ. Λίγα χρόνια αργότερα ο Απόστολος Βαρνάβας επισκέφτηκε εκ νέου την πατρίδα του, συνοδευόμενος από τον ανιψιό του Μάρκο. Ίδρυσε νέες χριστιανικές κοινότητες, χειροτόνησε Επισκόπους, αντιμετώπισε τις προκλήσεις των εθνικών και εν τέλει βρήκε μαρτυρικό θάνατο διά λιθοβολισμού από τους Ιουδαίους της Σαλαμίνας το 57 μ.Χ. Εκεί ετάφη και εκεί βρέθηκε το ιερό του λείψανο κατά τα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ., στην περιοχή όπου βρίσκεται και σήμερα ο τάφος του και η μονή που ιδρύθηκε στο όνομά του.

Όπως σημειώνεται στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Αμμοχώστου, η σχέση του Αποστόλου Βαρνάβα με τη Σαλαμίνα ασφαλώς επηρέασε την πόλη αυτή και πιθανότατα θα της έδωσε ένα προβάδισμα έναντι των άλλων επισκοπών της Κύπρου. Από τα μέσα όμως του 3ου αιώνα και μετά θα πρέπει πλέον να θεωρείται η Αρχιεπισκοπή της Μεγαλονήσου και ο Επίσκοπος Σαλαμίνας αναφέρεται πλέον ως Επίσκοπος Κωνσταντίας, ονομασία που έλαβε η Σαλαμίνα προς τιμήν του αυτοκράτορα Κωνστάντιου Β’, ο οποίος την ανοικοδόμησε μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 342 μ.Χ. και την κατέστησε πολιτική και εκκλησιαστική πρωτεύουσα του νησιού. Η καθιέρωση της Κωνσταντίας ως μητροπολιτικού κέντρου συνδέεται αναμφίβολα με την προσωπικότητα του Αγίου Επιφανίου, ο οποίος διετέλεσε Αρχιεπίσκοπός της κατά την περίοδο μεταξύ 368 έως 403 μ.Χ. Κατά τον εκκλησιαστικό συγγραφέα Σωζομενό, ο Αγιος Επιφάνιος «ἡρέθη τῆς Μητροπόλεως τῆς νήσου ἐπισκοπεῖν».

Ο Άγιος Επιφάνιος θεωρείται και είναι ένας από τους κορυφαίους Πατέρες της Εκκλησίας, υπέρμαχος και διδάσκαλος των ορθόδοξων δογμάτων, ισοστάσιος του Μεγάλου Αθανασίου και των Καππαδοκών Πατέρων. Το όνομά του επρόκειτο να συνδεθεί αξεδιάλυτα με την ιστορία της Εκκλησίας της Κύπρου, μολονότι ο ίδιος δεν ήταν Κύπριος στην καταγωγή. Τον βίο του μας παρέδωσαν τρεις βιογράφοι, εκ των οποίων οι δύο ήταν μαθητές του, κι έτσι έχουμε αξιόπιστες πηγές για πολλά γεγονότα του βίου του.

Γεννήθηκε στην Ελευθερούπολη της Παλαιστίνης, από γονείς εβραϊκής καταγωγής, πιθανόν χριστιανούς στο θρήσκευμα. Είχε παιδιόθεν μεγάλο ζήλο για τα γράμματα και απέκτησε ευρύτατη και βαθύτατη θεολογική και φιλολογική παιδεία. Γνώριζε άπταιστα πέντε γλώσσες (ελληνικά, εβραϊκά, λατινικά, συριακά και κοπτικά, δηλαδή την πάτρια γλώσσα των Αιγυπτίων). Νέος ακόμη, έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τον μοναχικό βίο και μαθήτευσε κοντά στον μεγάλο ασκητή Οσιο Ιλαρίωνα.

Διεποίμανε τη Μεγαλόνησο για 35 έτη, συνέβαλε αποφασιστικά στον πλήρη εκχριστιανισμό του νησιού, εισήγαγε τον μοναχικό βίο, συνέδραμε κάθε εμπερίστατο

Ο ασκητικός και μοναστικός τρόπος βίου ήταν ένα στοιχείο που συνόδευσε τον Άγιο Επιφάνιο σε όλη του τη ζωή. Επισκέφτηκε την Αίγυπτο και γνώρισε τη ζωή των μοναχών της. Γνώρισε προσωπικά τον Μέγα Αθανάσιο. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του ίδρυσε και εκείνος μοναστήρι, το οποίο κατηύθυνε πνευματικά για 30 χρόνια, αποκτώντας τη φήμη αγίου ανδρός. Το συγγραφικό του έργο τον αναδεικνύει σε έναν από τους σημαντικότερους διδασκάλους της Εκκλησίας, με ευρύτατη θεολογική γνώση. Στάθηκε ανυποχώρητος ζηλωτής των ορθόδοξων δογμάτων και δεν γνώριζε την παραμικρή συγκατάβαση ή οικονομία στα ζητήματα της πίστεως.

Δεχόταν πιέσεις να γίνει επίσκοπος, ήδη από την περίοδο που βρέθηκε στην Αίγυπτο. Ο ίδιος όμως επιθυμούσε να επιστρέψει στην Παλαιστίνη και να μείνει κοντά στον δάσκαλό του Άγιο Ιλαρίωνα. Εκείνος όμως, αναζητώντας περισσότερη ησυχία, είχε αναχωρήσει ήδη για την Πάφο. Όταν το πληροφορήθηκε ο Άγιος Επιφάνιος, αναχώρησε με δύο υποτακτικούς του για την Κύπρο, όπου συνάντησε τον γέροντά του. Μετά δύο μήνες αποφάσισε να φύγει, αλλά ο πνευματικός του πατέρας τον συμβούλευσε να μείνει στην Κύπρο: «Εἶπε δέ Ἰλαρίων πρός Ἐπιφάνιον. Πορεύου ἐπί τήν Σαλαμίνην, τέκνον, καί εὑρήσεις τόπον τοῦ οἰκῆσαι ἐκεῖ. Ὁ δέ Ἐπιφάνιος οὐκ ἐβούλετο τοῦ ἀκοῦσαι τῶν λόγων Ἰλαρίωνος».

Πήρε, λοιπόν, το πλοίο του γυρισμού μαζί με τους μαθητές του. Αλλά μια μεγάλη θαλασσοταραχή που ξέσπασε υποχρέωσε το πλοίο να αγκυροβολήσει στη Σαλαμίνα.

Όπως αναφέρει ο βιογράφος του, όταν προσάραξε το πλοίο στη Σαλαμίνα, οι επίσκοποι της Κύπρου ήταν συναγμένοι για την εκλογή Αρχιεπισκόπου. Μεταξύ των επισκόπων ήταν και ο Ομολογητής Άγιος Πάππος, που έχαιρε ιδιαίτερου σεβασμού από όλους τους συνεπισκόπους του και ήταν προικισμένος με το χάρισμα της προγνώσεως. Σε αυτόν αποκάλυψε το Άγιο Πνεύμα να χειροτονηθεί ο Επιφάνιος Επίσκοπος της Εκκλησίας των Σαλαμινέων. Αναζήτησαν, λοιπόν, τον Επιφάνιο και σχεδόν με τη βία τον χειροτόνησαν Επίσκοπο.

Ο Αγιος διαποίμανε την Εκκλησία της Κύπρου επί 35 συναπτά έτη. Λάμπρυνε τον θρόνο του Αποστόλου Βαρνάβα και με τον λόγο και τη διδασκαλία του συνέβαλε αποφασιστικά στον πλήρη εκχριστιανισμό του νησιού, καταπολεμώντας όσο κανένας άλλος την παγανιστική θρησκεία και τις αιρέσεις. Όπως αναφέρεται στον βίο του, «Ἦν δέ ἔθος Ἐπιφανίῳ ἐν ταῖς χερσίν αὐτοῦ κρατεῖν τά ἅγια Εὐαγγέλια νυκτός καί ἡμέρας διδάσκειν τόν θεῖον λόγον».

Έλαβε μέρος στην Αγία Β’ Οικουμενική Σύνοδο, της οποίας τα πέντε τελευταία άρθρα στο σύμβολο της πίστεως φέρουν τη δική του θεολογική ταυτότητα. Θεωρείται επίσης ο πατέρας και πρόδρομος της κατοχυρώσεως του Αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Κύπρου (το οποίο θεσπίστηκε από τη Γ’ Οικουμενική Σύνοδο). Το έργο και η προσωπικότητα του Αγίου Επιφανίου απέκτησαν τέτοιο κύρος στην Ορθοδοξία, ώστε ο ίδιος ο αυτοκράτορας Άγιος Θεοδόσιος ο Μέγας εξέδωσε διάταγμα στο οποίο ορίζει: «Εἴ τις τῷ πατρί Ἐπιφανίῳ τῷ ἐπισκόπῳ τῆς Κυπρίων χώρας οὐχ ὑπακούει διά τῶν θείων λόγων, ἐξερχέσθω τῆς νήσου, καί ὅπου θέλει κατοικείτω».

Σπουδαιότερο σύγγραμμα τού πλούσιου συγγραφικού του έργου θεωρείται το «Πανάριον», στο οποίο αναλύει και ανατρέπει τις κακοδοξίες 80 αιρέσεων. Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μόνη η Εκκλησία κατέχει τη γνήσια παράδοση και μόνο οι κανονικοί της κληρικοί την εκφράζουν.

Ήταν εκείνος που εισήγαγε τον μοναχικό βίο στην Κύπρο, δίνοντας τον εαυτό του ως υπόδειγμα, αφού και ως επίσκοπος συνέχισε να ζει αυστηρή ασκητική ζωή, προκαλώντας τον σεβασμό και τον θαυμασμό του λαού. Συνέδραμε κάθε εμπερίστατο άνθρωπο, κάθε άρρωστο ή φτωχό, σε σημείο που πολλοί καταχρόνταν τη γενναιοδωρία του, όμως εκείνος δεν έπαψε ποτέ να συνδράμει τους πάντες. Πλήθος πιστών συγκεντρωνόταν όπου λειτουργούσε και έμενε εκεί μέχρι το βράδυ για να ακούσει τις διδαχές του.

Ο Άγιος Επιφάνιος αναχώρησε για την ουράνια πατρίδα στις 12 Μαΐου το 403 πλήρης ημερών. (93 ἐτῶν). Ο βιογράφος του αναφέρει ότι κατά την ημέρα της κοιμήσεώς του, «σκότος ἐπέπεσεν ἐπί πᾶσαν τήν πόλιν, καί ἀδελφοί ἑαυτούς χειραγωγοῦντες, κατήρχοντο ἐπί τῆς θαλάσσης, κοπετόν μέγαν ποιούμενοι. Ἀλλά καί πᾶσα ἡ ἀγροικία κατεσύρετο ἐν τῇ πόλει τά δάκρυα καθ’ ὁδόν ἐπιχέοντες». Το ιερό του λείψανο ενταφίασε ο μαθητής του, διάκονος και μετέπειτα Επίσκοπος Σαβίνος. Αργότερα, πάνω από τον τάφο του χτίστηκε η Βασιλική του Αγίου Επιφανίου, ένας από τους ονομαστότερους ναούς της χριστιανοσύνης την εποχή εκείνη. Σήμερα σώζονται μόνο τα ερείπιά της στην τουρκοκρατούμενη Σαλαμίνα.

ΤΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Το λείψανο του Αγίου παρέμεινε στην Κύπρο ως την περίοδο της βασιλείας του Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού, οπότε με διαταγή του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η τιμία κάρα του Αγίου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Κύκκου.

Ο Άγιος Επιφάνιος υπήρξε κορυφαίος Πατέρας της Εκκλησίας, του οποίου τα έργα και ο βίος θα παραμένουν πάντοτε φάρος της ορθόδοξης πίστης και της ορθόδοξης χριστιανικής ζωής.

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”

Το πρωτότυπο άρθρο https://www.orthodoxtimes.gr/i-istoria-tis-episkopis-konstantias-kai-ammochostou-kai-i-schesi-tis-me-ton-ag-epifanio/ ανήκει στο Orthodox Times .