Γράφει ο Γιώργος Λιάσκος
Με αφορμή την ολοκλήρωση πενήντα χρόνων από τη Μεταπολίτευση του 1974, επισκεφθήκαμε τρεις εκθέσεις με σχετικό υλικό, όπου μεταξύ των πολλών εκθεμάτων εντοπίσαμε και ιστορικά τεκμήρια που αφορούν στη δράση του Νίκου Ψαρουδάκη και της Χριστιανικής Δημοκρατίας κατά την περίοδο της δικτατορίας, καθώς και στις πρώτες εκλογές του 1974. Αναμφίβολα, αυτές οι εκθέσεις, καθώς και σειρά άλλων εκδηλώσεων και εκδόσεων του περασμένου χρόνου για τα πενήντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση του 1974, καθιστούν ίσως αναγκαίο να τοποθετηθούμε συνολικά πάνω στην προβληματική που κυριάρχησε στη δημόσια συζήτηση αποτιμώντας αυτή την περίοδο. Πόσω μάλλον που ο γράφων θεωρεί ότι, παρά το πλήθος των εκδηλώσεων, των εκπομπών και των εκδόσεων, ο ουσιαστικός απολογισμός της Μεταπολίτευσης δεν έγινε.
Πλήθος εκδηλώσεων και συζητήσεων μας κάλεσαν να προσέλθουμε για ένα τόσο σημαντικό ορόσημο όπως η Μεταπολίτευση, με πνεύμα βολικού συμβιβασμού («πολιτικώς ορθό») και γλυκερής επιφανειακής ρετρό νοσταλγίας. Καθώς είναι αδύνατον να περιοριστούμε και εμείς σε αυτό και στις απλές εντυπώσεις μας από μία έκθεση, κατατίθενται αρχικώς ως γενικότερη κριτική αυτές οι σκέψεις με αφορμή τη συγκεκριμένη έκθεση και όχι εξαιτίας αυτής. Άλλωστε, πώς θα μπορούσαμε να περιοριστούμε απλώς σε ένα «ρεπορτάζ» και σε μία αναφορά ότι έγινε μνεία στο Νίκο Ψαρουδάκη σε μία έκθεση, τη στιγμή που αυτά περνούν μέσα από τον απολογισμό της Μεταπολίτευσης και το αποτύπωμα του Ψαρουδάκη και της Χριστιανικής, ζητήματα δηλαδή τα οποία μας υποχρεώνουν εκ των πραγμάτων να τοποθετηθούμε ευρύτερα;
Δεν μπορεί δηλαδή κανείς να παραβλέψει ότι κυριάρχησε εν πολλοίς στη δημόσια σφαίρα ένας επιλεκτικός και αποσπασματικός λόγος, με επιμέρους ιδεολογικές στρατεύσεις και στοχεύσεις, που ευνοεί πολυποίκιλους αναθεωρητισμούς από πολλές και διαφορετικές μάλιστα πλευρές. Ούτε μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι ο αναθεωρητισμός ορισμένων πλευρών (κάποτε και «ευπρεπών» φορέων και εντύπων) εκτός από ανιστόρητος ήταν κάποτε αφόρητα κοινότοπος και απίστευτης ελαφρότητας. Από «έγκριτους» επιφυλλιδογράφους και πανεπιστημιακούς (δεν αναφέρονται, για να μην τους κάνουμε διαφήμιση) παρουσιάζεται η Μεταπολίτευση –εκτός ιστορικού πλαισίου– ως μία αναμέτρηση των «υγιών/εκσυγχρονιστικών» δυνάμεων ενάντια στις δυνάμεις του «εθνολαϊκισμού» (οι διαχωρισμοί πάντα κάθετοι). Η ιστορία της Μεταπολίτευσης ήταν εν τέλει η ιστορία της πορείας ενός αποτυχημένου κράτους (αμφιβάλλω αν γνωρίζει ο ιστορικός που το είπε τι σημαίνει αυτός ο όρος), όπου οι δυνάμεις του «εκσυγχρονισμού» τελικά δεν τα κατάφεραν απέναντι στις δυνάμεις του «πατριωτισμού/εθνολαϊκισμού».
Ο δε εκσυγχρονισμός νοείται πάντα ξεκομμένος από τη χώρα, το λαό και τον πολιτισμό της. Ένας συνδυασμός «πολυφωνικού» σχετικισμού και ταυτόχρονα αποσπασματικού/αποπροσανατολιστικού λόγου, που δεν άφησε πολλά περιθώρια για κριτικό αναστοχασμό πάνω στη Μεταπολίτευση. Η Μεταπολίτευση, ως «φθίνουσα γλυκερή νοσταλγία» στην καλύτερη των περιπτώσεων, και η ιστορική μνήμη στη μέγγενη των βολικών διαπιστώσεων και απλουστεύσεων. Με δεδομένο μάλιστα ότι υποχωρεί η ιστορική μνήμη και αποσύρονται από το προσκήνιο οι γενιές με ζωντανές ιστορικές μνήμες, τα παραπάνω εκτίθενται προς υπόμνηση, εγρήγορση και υποψιασμό. Διότι τα πολυποίκιλα «αφηγήματα» είναι ξεκάθαρο ότι στοχεύουν στο σήμερα. Ο χώρος του παρόντος άρθρου δε μας επιτρέπει να επεκταθούμε περισσότερο, επιφυλασσόμαστε όμως να τοποθετηθούμε επί του θέματος εκτενέστερα στο μέλλον.
«1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της»
Και μετά από αυτά τα εισαγωγικά, ας αναφερθούμε εν συντομία και στην έκθεση του Δήμου Αθηναίων που περιγράφει ο τίτλος. Σε ένα χώρο υψηλού συμβολισμού, το Πάρκο Ελευθερίας (πρώην ΕΑΤ/ΕΣΑ), σε σχεδιασμό και υλοποίηση από την Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και το Ιστορικό Αρχείο του Δήμου Αθηναίων, φιλοξενήθηκε μία έκθεση που συνδύασε δύο επετείους-χρονικά ορόσημα απελευθέρωσης. Εκ πρώτης όψεως ο συνδυασμός φαίνεται ασυνήθιστος (απελευθέρωση από τους Γερμανούς/Μεταπολίτευση), όμως στην πράξη οι διοργανωτές δικαιώθηκαν για την πρωτοτυπία τους, μεταφέροντας τον επισκέπτη στις μεγάλες ιστορικές στιγμές μέσα σε ένα πνεύμα νοερής ιστορικής συνέχειας/σύνδεσης μεταξύ τους.
Τα αδικαίωτα δημοκρατικά προτάγματα της Εθνικής Αντίστασης (1944) και η αναβολή δικαίωσής τους επί τριάντα χρόνια, καταλήγουν ως συνέχεια στα δημοκρατικά προτάγματα της Μεταπολίτευσης (1974). Οι δύο εποχές, με τα αιτήματα και τις παραλληλίες τους, προσλαμβάνονται ως ιστορική διαδοχή και συνέχεια η μία της άλλης, χωρίς να ταυτίζονται (τα ανεξόφλητα χρέη της ιστορίας από το ’44 καταλήγουν στο ’74). Η πρωτότυπη διάταξη του υλικού στο χώρο, η υψηλή αισθητική της έκθεσης, καθώς και η επιτυχημένη επιλογή του υλικού, συνέβαλαν στην επιτυχημένη πρόσληψη από πλευράς κοινού των μηνυμάτων των διοργανωτών. Στα θετικά προσμετράται επίσης ότι, παρά τη μεγάλη σημασία των τεκμηρίων (διαφορετικών μάλιστα ιστορικών περιόδων) και την πληθώρα του υλικού (500 τεκμήρια), ο επισκέπτης αποκόμιζε την αίσθηση ότι δεν τον βαραίνουν οι πολλές πληροφορίες και ότι διέτρεξε σύντομα όλη την έκθεση (ομολογουμένως, δύσκολο επίτευγμα).
Η χρήση οπτικοακουστικών μέσων και χαρακτηριστικών τεκμηρίων με εύληπτο μήνυμα που εντυπώνεται άμεσα μετέφεραν στο κοινό το κλίμα των ιστορικών στιγμών: προκηρύξεις, φωτογραφίες, τα πρωτοσέλιδα της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο λιμός του 1942, Μανώλης Γλέζος και Λάκης Σάντας, εκλογικό υλικό και αφίσες από το 1974, διάγγελμα Κ. Καραμανλή/τέως βασιλιά προς τον ελληνικό λαό για τη Μεταπολίτευση/το δημοψήφισμα για το πολιτειακό, τα οποία ο θεατής ακούει φορώντας ακουστικά, κ.ά. Προς τιμήν των διοργανωτών, εκτέθηκε εκλογικό υλικό των πρώτων εκλογών της Μεταπολίτευσης από όλο το πολιτικό φάσμα, χωρίς παραλείψεις. Μεταξύ των τεκμηρίων με το εκλογικό υλικό της Μεταπολίτευσης, η αυθεντική αφίσα της υποψηφιότητας του Νίκου Ψαρουδάκη με το χαρακτηριστικό υπότιτλο «Σε σένα που κρατάς αυτό το γράμμα» (απευθύνεται στον ψηφοφόρο της εποχής).
Η βιωματική συμμετοχή του κοινού ήταν μία άλλη όψη της έκθεσης: Μπροστά στον επισκέπτη που ξαναζεί τη στιγμή «1974» μελετώντας τα πολιτικά μηνύματα της εποχής, τοποθετούνται διαδοχικά δύο κάλπες με τα αυθεντικά ψηφοδέλτια της εποχής. Μία κάλπη για το δημοψήφισμα για το πολιτειακό (βασιλευομένη/αβασίλευτη) και μία από τις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης (17 Νοεμβρίου 1974). Ο επισκέπτης μεταφέρεται στο 1974 και καλείται να ψηφίσει επιλέγοντας από τα ψηφοδέλτια μπροστά του, όπως ακριβώς θα έκανε και ο ψηφοφόρος πίσω από παραβάν το 1974. Τα ψηφοδέλτια είναι αυθεντικά, ακριβή ανάτυπα, στις πραγματικές μάλιστα διαστάσεις των πρωτότυπων ψηφοδελτίων της εποχής (τα αυθεντικά ψηφοδέλτια των εκλογών του 1974 φυλάσσονται στα ΓΑΚ και εξ αυτών δημιουργήθηκαν τα αντίγραφα ειδικά για την έκθεση). Μπροστά μας όλα τα ψηφοδέλτια των κομμάτων που συμμετείχαν στις εκλογές του 1974 στην Α΄ Αθηνών, μεταξύ αυτών και το ψηφοδέλτιο της Ένωσης Κέντρου-Νέες Δυνάμεις με υποψήφιο το Νίκο Ψαρουδάκη. Παίρνουμε τα ψηφοδέλτια στα χέρια μας και με χαρά προσερχόμαστε στην ιστορική κάλπη. Επειδή η κάλπη ήταν διάφανη, διαπιστώνουμε ότι είναι γεμάτη ψηφοδέλτια (σε αντίθεση με το σήμερα, δεν καταγράφηκε σημαντική αποχή). Έτσι, βλέπουμε και το δικό μας φάκελο, με το εσώκλειστο ψηφοδέλτιο να προσγειώνεται μέσα στην κάλπη. Αυθεντική στιγμή 17 Νοεμβρίου 1974. Τα αποτελέσματα δεν ανακοινώθηκαν. Ποιος να ξέρει τι να ψήφισαν οι Έλληνες σήμερα, επαναλαμβάνοντας την ψηφοφορία του 1974, και αν το αποτέλεσμα διαφοροποιείται από αυτό του 1974; Για μια στιγμή σκέφτομαι ότι αυτή η ευκαιρία ίσως θα έπρεπε να δίνεται περιστασιακά στους ψηφοφόρους με αναδρομική προσομοίωση και των άλλων εκλογικών αναμετρήσεων της Μεταπολίτευσης: η εμπειρία λειτουργεί λυτρωτικά, διότι ο ψηφοφόρος μπορεί από ασφαλή πλέον θέση να αναστοχαστεί, να κάνει αυτοκριτική και να κάνει αβίαστα την ίσως απαραίτητη διόρθωση της ψήφου του. Όσο για μας, που δεν ήμασταν ψηφοφόροι το 1974, μη μας ρωτήσετε τι τελικά ψηφίσαμε, διότι η ψήφος είναι ως γνωστόν… μυστική!
Στο επόμενο, η παρουσία της Χριστιανικής στην έκθεση «Τομή ’74» στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ 26 ΙΟΥΝΙΟΥ 2025



