Εἶναι κρῖμα νὰ γράφωνται ἄρθρα διὰ τάς διαμάχας καὶ τὴν ἐπικράτησιν τῶν διαφόρων θρησκειῶν δίχως οὐσιαστικὴν γνῶσιν τῶν πραγμάτων. Τοιαύτη ἔλλειψις ὁδηγεῖ εἰς ἐπικινδύνους γενικεύσεις καὶ μίαν ἀνιστόρητον θέασιν τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος. Συνεπῶς, ἐκ τοῦ περιορισμένου ὁρίζοντος τῶν ἀρθρογράφων καλλιεργεῖται εἰς τοὺς ἀναγνώστας μία ὑπόγειος καὶ πολλάκις καὶ ἔκδηλος ἐχθρότης πρὸς τὸν Θεόν. Ἔτσι, εἰς τὸν ἱστότοπον «kathimerini.gr» τῆς 6ης Ὀκτωβρίου 2024, ἐδημοσιεύθη μέ τίτλον «Οἱ θεοὶ μάχονται, οἱ ἄνθρωποι ματώνουν» ἡ ἑξῆς τοποθέτησις διὰ τὸν χριστιανισμόν, χωρὶς ἔστω τὴν ἀπειροελάχιστον διάκρισιν μεταξύ τῶν διαφόρων χριστιανικῶν παραδόσεων:
«Γενεὲς γενεῶν ἔχουν διδαχτεῖ μὲ χίλιους μύριους τρόπους, στὰ σχολεῖα, στὰ κατηχητικά, στὸν στρατό, στὴν καθημερινότητά τους (ἀπὸ τὸν κινηματογράφο, τὴν τηλεόραση, τὶς ἐφημερίδες, τὸ Διαδίκτυο) ὅτι ἡ δική τους (κάθε δική τους) θρησκεία εἶναι ἡ καλύτερη, ἡ οἰκουμενικότερη, ἡ μειλιχιότερη, δεδομένου ὅτι ὁ δικός τους Θεὸς εἶναι ὁ ἕνας καὶ μοναδικός: ὁ ἀληθινός. Καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη; Ναί, ὁ χριστιανισμός, ἡ χρονικὰ ἐνδιάμεση τῶν τριῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, ἐγκαινιάστηκε ὡς οἰκουμενικὴ θρησκεία ἀφενός, ὡς θρησκεία τῆς ἀγάπης ἀφετέρου, ὄχι τῆς ἐκδίκησης. Ἀλλὰ ὥσπου νὰ «διαφωτιστεῖ» καὶ νὰ ἠρεμήσει, ὑπῆρξε πολεμικὸς γιὰ μακρότατες περιόδους. Καὶ εἰς βάρος πολλῶν λαῶν, ἐθνῶν, θρησκειῶν, πολιτισμῶν, ποὺ τοὺς καταμάτωσε, γιὰ νὰ τοὺς κατανικήσει».

